vow of chastity - translation to αραβικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

vow of chastity - translation to αραβικά

SEXUAL CONDUCT OF A PERSON THAT IS DEEMED PRAISEWORTHY AND VIRTUOUS
Unchaste; Chastening; Unchastity; Vow of chastity; Proof of Chastity; Sexual purity; Chastity vow
  • [[Allegory]] of chastity by [[Hans Memling]]
  • "Of the excellences of the virtue of Chastity" (José de Jesús María, 1601).

vow of chastity         
نذر العفة
unchaste         
غير عفيف
unchaste         
صِفَة : غير عفيف . تعوزه العفّة

Ορισμός

Chastity
·noun Moral purity.
II. Chastity ·noun The unmarried life; celibacy.
III. Chastity ·noun Chasteness.
IV. Chastity ·noun The state of being chaste; purity of body; freedom from unlawful sexual intercourse.

Βικιπαίδεια

Chastity

Chastity, also known as purity, is a virtue related to temperance. Someone who is chaste refrains either from sexual activity considered immoral or any sexual activity, according to their state of life. In some contexts, for example when making a vow of chastity, chastity means the same as celibacy.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για vow of chastity
1. Unlike priests, deacons are not required to take a vow of chastity.
2. The ritual of Confession, combined with the vow of chastity, helped to keep them in line.
3. Skylstad has denied violating his vow of chastity and said an investigator hired by his lawyer found no credence in the woman‘s story.